Αποτελεί για μένα εξαιρετική τιμή αλλά και βαρύ χρέος, ως ο κάτοχος του αξιώματος που τόσο επάξια υπηρέτησε ο αείμνηστος Αλέκος Μαρκίδης, να αποτίνω φόρο τιμής σε μια εμβληματική προσωπικότητα του νομικού και πολιτικού βίου της χώρας μας, και σε έναν υποδειγματικό Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
Ο Αλέκος Μαρκίδης ήταν ο τέταρτος Γενικός Εισαγγελέας από εγκαθιδρύσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μετά τους Κρίτωνα Τορναρίτη, Στέλλα Σουλιώτη και Μιχαλάκη Τριανταφυλλίδη -τρεις εξέχουσες προσωπικότητες στη σύγχρονη νομική και πολιτική ιστορία της Κύπρου- επιλέγηκε να αναλάβει το πηδάλιο της Νομικής Υπηρεσίας την 1η Φεβρουαρίου 1995, από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Γλαύκο Κληρίδη.
Ως νομικός/δικηγόρος, το όνομα του Αλέκου Μαρκίδη συγκαταλεγόταν στα κορυφαία και πολύπειρα μέλη του Δικηγορικού Σώματος, αφού ο ίδιος είχε χειριστεί εξαιρετικά σημαντικές υποθέσεις επί σοβαρών συνταγματικών ζητημάτων, που οδήγησαν στην έκδοση αποφάσεων ορόσημων στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Αναφέρω ενδεικτικά, την υπόθεση Νικολάου [(1992) 1 Α.Α.Δ, 1338] όπου, ως ένας εκ των δικηγόρων της Βουλής των Αντιπροσώπων, χειρίστηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας της Πρώτης Τροποποίησης του Συντάγματος.
Κατά τον χρόνο του διορισμού του στο αξίωμα του Γενικού Εισαγγελέα, ο Αλέκος Μαρκίδης διακρινόταν από ενεργό εμπλοκή στην πολιτική ως πρωτοκλασσάτο κομματικό στέλεχος. Μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων από το 1985, διετέλεσε Γενικός Γραμματέας και Αναπληρωτής Πρόεδρος του ΔΗ.ΣΥ. από το 1993 μέχρι και τον διορισμό του ως Γενικός Εισαγγελέας το 1995. Στενοί του συνεργάτες στη Νομική Υπηρεσία αναφέρουν ότι παρότι η κομματική του ιδιότητα είχε ανησυχήσει αρχικά τα στελέχη της Νομικής Υπηρεσίας, αφού, ομολογουμένως, ήταν κάτι πρωτόγνωρο να διορίζεται Γενικός Εισαγγελέας άτομο με τέτοιο κομματικό αξίωμα, σε καμία περίπτωση δεν αισθάνθηκαν ότι η ιδιότητά του αυτή επηρέασε τη στάση του ή τον τρόπο που λειτούργησε ως ανεξάρτητος αξιωματούχος του Κράτους.
Ο Αλέκος Μαρκίδης διέθετε βαθιά και ουσιαστική γνώση του Κυπριακού Συντάγματος και του Κυπριακού Προβλήματος. Υπήρξε εκ των στενότερων συμβούλων του Γλαύκου Κληρίδη στις διαπραγματεύσεις από το 1993 μέχρι και το δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανάν το 2004. Οι γνώσεις του αυτές τον έθεσαν στην καλύτερη δυνατή θέση να χειριστεί τις σοβαρές νομικές προκλήσεις με τις οποίες βρέθηκε αντιμέτωπη η Νομική Υπηρεσία κατά τη διάρκεια της θητείας του. Ενδεικτική η αναφορά σε ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα που, κατά τη γνώμη μου, καταδεικνύουν την ουσιαστική συνδρομή του ως Γενικός Εισαγγελέας σε κομβικά σημεία της σύγχρονης κυπριακής Ιστορίας.
Το πρώτο παράδειγμα, αφορά στον χειρισμό της Τέταρτης Διακρατικής Προσφυγής της Κύπρου κατά της Τουρκίας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ). Από τη μέρα του διορισμού του και καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του, ο Αλέκος Μαρκίδης, ως ο θεσμικός αντιπρόσωπος της Δημοκρατίας στο ΕΔΑΔ, είχε ενεργό εμπλοκή στη μελέτη και τον χειρισμό της προσφυγής, δεικνύοντας την ιδιαίτερη προτεραιότητα που προσέδιδε το Κράτος στην υπόθεση, και ηγήθηκε της ομάδας νομικών που επέλεξε για την εκπροσώπηση της Δημοκρατίας στο Δικαστήριο. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονταν εμπειρογνώμονες διεθνούς εμβέλειας, όπως ο καθηγητής Ian Brownlie QC και ο καθηγητής Malcolm Shaw QC. Όπως, μάλιστα, μου έχει λεχθεί θεωρούσε από τις πιο ξεχωριστές και περήφανες εμπειρίες στη δικηγορική του καριέρα όταν αγόρευσε ενώπιον των Δικαστών του ΕΔΑΔ, ως επικεφαλής της αντιπροσωπείας της Κυπριακής Δημοκρατίας κατά την ακρόαση που διεξήχθη το 2000.
Όταν στις 10 Μαΐου 2001 το ΕΔΑΔ εξέδωσε την απόφασή του κρίνοντας την Τουρκία υπεύθυνη για σωρεία παραβιάσεων δικαιωμάτων (πολλών, μάλιστα, συνεχιζόμενης φύσης) των συγγενών αγνοουμένων, των εγκλωβισμένων και των εκτοπισμένων, η χαρά και συγκίνηση του Αλέκου Μαρκίδη ήταν έκδηλη. Και μνεία του ήταν να επικοινωνήσει με όλους όσοι είχαν εργαστεί στην υπόθεση -από τους επιφανείς εμπειρογνώμονες του εξωτερικού μέχρι το διοικητικό και γραμματειακό προσωπικό που υποστήριζε τη νομική ομάδα- για να τους ευχαριστήσει έναν προς έναν για τη συμβολή τους στην τεράστια αυτή νομική επιτυχία της Κύπρου.
Το δεύτερο παράδειγμα που επέλεξα, είναι η τιτάνια προσπάθεια εναρμόνισης της κυπριακής νομοθεσίας με το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο ως προϋπόθεση για την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπό την ηγεσία του Αλέκου Μαρκίδη, η Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας κατάφερε να ανταπεξέλθει στο τεράστιο βάρος του νομοτεχνικού ελέγχου πέραν των 1300 νομοθετημάτων που θεσπίστηκαν μέχρι την 1.5.2004.
Σε ό,τι αφορά στα στοιχεία της προσωπικότητας του Αλέκου Μαρκίδη, επιτρέψετε μου και πάλι να αντλήσω από τις εμπειρίες και αναφορές τόσο στενών του συνεργατών όσο και, σε κάποιο βαθμό, από την προσωπική μου εμπειρία ως προς τον άνθρωπο Αλέκο Μαρκίδη, τον οποίον είχα την τύχη να γνωρίσω προσωπικά και να εκτιμήσω τις πάμπολλες αρετές του.
• Διέθετε την πνευματική ανωτερότητα, την ευγένεια, τη γενναιοδωρία και τη σεμνότητα που χαρακτηρίζει τους ανθρώπους που έχουν βαθιά πίστη στη γνώση, την αξία και το εκτόπισμά τους, και που πατούν γερά χωρίς έπαρση ή υπεροψία.
• Διακρινόταν για την εξαιρετική ευστροφία και οξυδέρκειά του, όπως και για την εντυπωσιακή ικανότητα να κατανοεί αμέσως, με μια ολιγόλεπτη ενημέρωση, τα πιο πολύπλοκα και σύνθετα ζητήματα και να τα συζητά.
• Εμπέδωνε στους λειτουργούς του το «εμείς» και την περηφάνια για τον θεσμό που αντιπροσωπεύουν και το έργο που επιτελούν.
• Ηγείτο της Νομικής Υπηρεσίας θέτοντας τον εαυτό του ως παράδειγμα. Παρά τον έμφυτο συγκεντρωτισμό του, θωράκιζε με εμπιστοσύνη τους λειτουργούς του στον χειρισμό των υποθέσεων που τους ανέθετε και ήταν πάντα προσβάσιμος για καθοδήγηση εκεί και όπου χρειαζόταν. Εργασιομανής στον υπερθετικό βαθμό, ένιωθε τη Νομική Υπηρεσία ως το σπίτι του, αφού καθημερινά ήταν ο άνθρωπος που ερχόταν πρώτος το πρωί και έφευγε τελευταίος αργά το βράδυ.
• Για τους νεοπροσληφθέντες νεαρούς δικηγόρους, ήταν μέντορας. Αφιέρωνε χρόνο να βλέπει ο ίδιος δικόγραφα και γνωματεύσεις και να προσφέρει καίρια σχόλια και παρατηρήσεις, βοηθώντας έτσι τη βελτίωση και ανάπτυξη των λειτουργών. «Όταν έγραφες τη γνωμάτευση, σκεφτόσουν τι μπορεί να διέφυγε που θα το σκεφτόταν ο κ. Μαρκίδης», χαρακτηριστικά μού ελέχθη.
• Σε προσωπικό επίπεδο, η εικόνα του αυστηρού και απρόσιτου δεν ήταν η πραγματική. Ντροπαλός με μια «συγκεκαλυμένη γλυκύτητα», πολλές φορές μπορούσε να σου «μιλά» με ένα μορφασμό ή ένα χαμόγελο. Αναζητούσε την ανθρώπινη επαφή εντός της Υπηρεσίας, διέθετε χιούμορ και εκτιμούσε το χιούμορ. Είναι πολλές οι περιπτώσεις όπου συνάδελφοι τον θυμούνται να γελά μέχρι δακρύων με αστεία περιστατικά ή ανέκδοτα.
Κυρίες και κύριοι,
Εύστοχα έχει γραφτεί ότι «ο Αλέκος ήταν μια προσωπικότητα που έμοιαζε θαρρείς και ήταν φτιαγμένος για να είναι Γενικός Εισαγγελέας». Όταν το 2003, αποφάσισε να διεκδικήσει την Προεδρία της Δημοκρατίας, γεγονός που οδήγησε στην παραίτησή του από το αξίωμα του Γενικού Εισαγγελέα, η Κυπριακή Δημοκρατία έχασε ένα χαρισματικό Γενικό Εισαγγελέα. Όμως η μάχιμη δικηγορία συνέχισε να έχει στις τάξεις της, μέχρι και την τελευταία του πνοή, ένα επιφανές στέλεχος που συνέχισε να δικηγορεί, να διδάσκει, να δημοσιεύει, να προσφέρει.
Αιωνία να είναι η μνήμη του. Το όνομά του είναι βαθιά χαραγμένο στην ιστορία του τόπου αυτού.
Σας ευχαριστώ.
πηγή: Νομική Υπηρεσία